20 Ιαν 2007

Μιαν όμορφη νύχτα με γέλια και φώτα..

Θα το είδες για την καταιγίδα με ανδρικό όνομα που σάρωσε τον Βορρά. Καταστροφές και θύματα. Μου συστήθηκε μέσα στο τρένο πηγαίνοντας από την πόλη Β. στη πόλη Κ. Μου είπε: είμαι ξαδέρφι του Niño και παιδί του Wärmung Global

(Σκεφτόμουν ότι οι αρκούδες δεν κοιμήθηκαν φέτος και τα αποδημητικά δεν πέταξαν για τον Νότο. Με πλήγωσε η θέα του Ολύμπoυ χωρίς χιόνι και το πως το καλοκαίρι δεν θα ‘χουμε νερό για τις ελιέs, οι ακακίεs θα ξεραθούν πάλι, στους 40 βαθμούς.)

…Σταμάτησε το ηλεκτρικό, τα τρένα, χάος παντού, αέρας 100 χιλιομέτρων, οχήματα πυροσβεστικής που τρέχαν προς όλες τις κατευθύνσεις, μια τεράστια φωτιά κάπου στον ορίζοντα. Πανύψηλα δέντρα λυγούν σαν καλαμιές. Κάποια ξεριζώνονται επικίνδυνα κοντά μας, στο λυκοφώς μιας περιβαλλοντικής νύχτας που έρχεται. Οι δυτικοί παίρναν τηλέφωνο τους δικούς τους να μην ανησυχούν. Έχουν σχηματίσει πορεία ανθρώπων, από το σημείο που μας παράτησε νεκρό το τρένο προς μια ενδιάμεση πόλη, μέσα στο σκοτάδι..

..Και συμβαίνει. Περνάω έξω από ένα απομακρυσμένο εστιατόριο, παράπλευρα ενός παλιού αριστοκρατικού κτιρίου (λευκά τραπεζομάντιλα, κηροπήγια, ψηλές καρέκλες). Είμαι μόνος μου. Και βλέπω μέσα από τη μεγάλη γυάλινη είσοδο. Ένα μεσήλικο ζευγάρι, ουσιαστικά μόνοι τους, χορεύουν αγκαλιά, κάτι σαν βαλς. Είναι απορροφημένοι στον χορό τους, φέρνουν στροφές αργά. ο ένας για τον άλλο..

Το επόμενο που θυμάμαι είναι ένα τεράστιο κλαδί να πέφτει μπρος μου. Το κοιτάζω με ορθάνοιχτα μάτια, ακίνητος. Μια σπασμένη λάμπα του δρόμου να αιωρείται και να χτυπάει με μανία στην κολώνα της. Και μετά μεθάω...

Αν είναι της αστικής χαράς να μην ξεφύγω

ας την ζήσω τότε σ’ όλο της το μεγαλείο

με την καταστροφή να μου χαϊδεύει την αντίληψη

με τον ήχο της αρμόνικας και του βιολιού

τα ήσυχα βαλς του ρομάντζου και τις περίπλοκες καταστάσεις

Θα κλαίω για τα κρίματα του κόσμου και ταυτόχρονα θ’ αφοδεύομαι

Και όταν θα είναι να ‘ρθει

θ’ αποσυρθώ αυτόγνωσκος στο απόμακρο σημείο

στο Νότιο άκρο όπου η αίσθηση μου χορεύει

Θα προσμένω εκεί

Σαν πηγή φωτός, καυτή ανάσα, αντίκτυπο του ότι δεν καταλάβαμε

Θα είναι σαν σήμερα ή τα επόμενα εκατό χρόνια

Η αποτυχία μια μήνυση

κι ότι άλλο για το οποίο αδιαφόρησε ποικιλοτρόπως η μέρα

Την επόμενη όλοι οι ζητιάνοι της πόλη Κ. ήταν ξανθιές γυναίκες που αγκάλιαζαν σκυλιά και παίζανε παράφωνα μπαρόκ φλάουτο. Κι αν νομίζεις ότι αυτό είναι ποιητικός στόμφος γελιέσαι. Μόνο ένας ήταν μικρόσωμος άντρας και έπαιζε εβραϊκό βιολί κοιτώντας τον κόσμο στα μάτια. Του έδωσα είκοσι και τα υπόλοιπα στις τσέπες μου τα μοίρασα στις ξανθιές ζητιάνους. Οι ciuadadanos είχαν πειστεί πως όλα ήταν εντάξει, μέχρι αύριο. Ένα κεφάλι με τεράστιες μαύρες αράχνες πάνω του γυρνάει στις Κινούμενες Πόλεις.

Πασχαλίτσες μπαίνουν από τα ανοιχτό παράθυρο και τις βγάζω έξω, μιλώντας 'τες, για να μην καούν από το φώς της λάμπας που τις έλκει..